Αναρτήσεις

χωρίο 8 / Σε ξένη χώρα

Εικόνα
Άνοιξα τα μάτια και δεν ήταν πια δικά μου. Είχαν το δικό σου καστανό,  βαθύ, γήινο,  μ' απαλές νιφάδες χιόνι στις άκρες της ίριδας  και ψιλές ανταύγειες πράσινης άνοιξης.  Και τότε είδα βουνά  που μοιάζουν με γίγαντες κοιμώμενους. Δαιδαλώδη μονοπάτια στα τρανσιλβανικά δάση.  Είδα πλακόστρωτους δρόμους βαρείς από ιστορία.  Το παλιό τραμ να διασχίζει συνοικοίες φτωχιές, αγωνιζόμενες,  μα κι εκκλησίες με τέμπλα ολόχρυσα  και κτίρια αριστοκρατικά μ' ανάγλυφο διάκοσμο που σ' άφηνε δίχως ανάσα.  Πολύχρωμες πλατείες τόσο παραμυθένιες  που ένιωθες σαν να μην υπάρχεις.  Πώς ίσως δεν υπήρξες ποτέ.  Ένα παλιό κάστρο - οχυρό στα χείλη ενός επιβλητικού γκρεμού. Κι από κάτω η πολιτεία να ξυπνάει κουρασμένη απ' τους αιώνες. Είδα Ρωμαίους αυτοκράτορες να παρελαύνουν κι εθνικούς ποιητές να άδουν στις πλατείες. Ένιωσα πόνο για έναν τόπο ξένο,  όπως η τρίχρωμη σημαία ανέμιζε  νικηφόρα, μα λίγο ματωμένη...

χωρίο 7 / Ώδε κείμαι επ' αόριστον

Εικόνα
Το σημείο μηδέν  βρίσκεται ακριβώς κάτω από το μαξιλάρι. Το σημείο βρασμού  βρίσκεται ακριβώς πάνω. Ακριβώς εκεί που σμίγει  η δεξιά πλευρά του προσώπου μου  και η αριστερή πλευρά του δικού σου.  Ή εκεί που σμίγει  η δεξιά πλευρά του προσώπου σου  και η αριστερή πλευρά του δικού μου. Η μύτη ανταμώνει το σεντόνι.  Οσμές  αναδύονται προβάλλοντας ενταφιασμένες αναμνήσεις. Τα βλέφαρα έπεσαν σμιλεύοντας είδωλα  όσων  οσφράνθηκα. Ώδε εφάπτονται αυτός και αυτή ώδε κείνται αυτός και αυτή  επ' αόριστον. Τα χρωματιστά κλινοσκέπασματα βρέθηκαν μες στον κάδο σιμά σε κάθε ψήγμα ημών των οδυρόμενων. Το μαξιλάρι απαράλλαχτο και ανέγγιχτο αναπαύεται στο άδειο στρώμα. Το πρόσωπο μου  βρίσκεται ακριβώς κάτω από το μαξιλάρι. Εμελίνα Μαραγκούλια

χωρίο 6 / Πού βρίσκεσαι, τι κάνεις;

Εικόνα
Που βρίσκεσαι; Τι κάνεις; Άραγε χαμογελάς; Ξέρεις, αγάπη μου, ακόμα σε θυμάμαι. Τα βράδια ονειρεύομαι πως αρμενίζω στο πέλαγος μέσα σ' ένα παλιό ξύλινο καράβι.  Στέκεσαι στην πλώρη. Φοράς ένα λευκό πουκάμισο και χαμογελάς. Τα μάτια σου παίρνουν το χρώμα του δειλινού. Λες πως αγαπάς τη θάλασσα. Λες πως είμαι η θάλασσα. Ο ήλιος δύει κι ανατέλλει, τα χείλη σου έχουν γεύση από αλάτι, τα χέρια σου είναι θερμά σαν θερινό απομεσήμερο. Κι ο χρόνος δεν υπάρχει, μονάχα εσύ κι εγώ κι η θάλασσα κι ένας φάρος που φέγγει σα πυξίδα στον ορίζοντα. Εγώ κι εσύ ένα αέναο ταξίδι. Μα κάθε που νιώθω την ανάγκη να πιάσουμε λιμάνι ορθώνονται κύματα φριχτά. Βυθιζόμαστε βίαια. Το ρεύμα μας απομακρύνει. Ο αφρός σε σκεπάζει μέχρι που χάνεσαι. Μια δίνη ακατανίκητη με τραβάει, με τραβάει μέχρι που το σκοτάδι του νερού είναι βαθύ και που δεν ξέρω πια αν η επιφάνεια είναι προς τα πάνω ή προς τα κάτω. Τότε ξυπνάω τρομαγμένη. Το μέτωπό μου είναι υγρό κι ανασαίνω γρήρορα, βαθιά για ν' αποδιώξω το φόβο του πν...

χωρίο 5 / Μέτρημα

Εικόνα
  ©van Gogh Κάθομαι και μετρώ τα φιλιά που δεν πρόλαβα να σου δώσω. Τις φορές που τα δάχτυλά μας δεν πλέχθηκαν σε εαρινό στεφάνι ή που δεν χάιδεψα τα μαλλιά σου. Πόσο λίγο χάρηκα το γέλιο σου, τον τρόπο που βαδίζεις με τα χέρια στις τσέπες, τις νότες της φωνής σου. Μετρώ τις λέξεις που δειλά γεννιούνταν στα χείλη, σα ψίθυρος, κι ύστερα κρύβονταν πάλι μέσα ανείπωτες. Πώς όχι; Οι λέξεις σαν γίνουν φωνή αποκτούν αυθυπαρξία, σε εξουσιάζουν. Μετρώ κι αργοανασαίνω - η ζέστη εδώ είναι νοτερή με πνίγει. Μα πάλι σκέφτομαι πώς οι μικρές στιγμές μας είχαν πάντα κάτι από αιωνιότητα. Σαν να χωρούσαμε ολόκληρες ζωές μέσα σε λίγες μέρες. Τι υπέροχα παράξενο! Μερικά άπειρα είναι πιο μεγάλα. Σταματώ να μετρώ κι ονειρεύομαι. ©Ι.Λ.

χωρίο 4 / αντί καλημέρας

Εικόνα
Αδύνατο να κοιμηθώ. Τα σεντόνια ειναι σχοινιά. Το κρεβάτι καίει. Απ' έξω χιόνι κι ο χρόνος τεντωμένος. Πάλλεται σα κλωστή καθώς μετράω τα λεπτά, ένα προς ένα. 249 ακόμη. Θα το αντέξω. Μα είναι αδύνατο να κοιμηθώ κι ο χρόνος δεν κυλάει. Σταμάτησε εδώ - συμπαγής - μέσα στο ξένο δωμάτιο. Θα το αντέξω. Κι ας φοβάμαι. Είναι που με εξημέρωσες βλέπεις. Και τώρα οι δείκτες κυλούν στο ρυθμό της προσμονής. Της προσμονής μου να σε δω ή μάλλον της αδημονία ς. Γιατί ξέρω, όπως ξέρεις, ότι το μόνο που έχουμε είναι ένα χειμερινό αστέρι, με σύντομη τροχιά που σκίζει τον ουρανο. Κι ύστερα οι δρόμοι μας χωρίζουνε, τα σύμπαντα χωρίζουνε, ένα μονάχα πύρινο αστέρι μας ενώνει σα φέγγει και στους δυό μας ουρανούς. Αδύνατο να κοιμηθώ. Θέλω να ξημερώσει γρήγορα, γρήγορα. Να φτάσει 10 - επιτέλους. Εγώ στις 10 συνήθως κοιμάμαι. Σιχαίνομαι τα πρωινά. Μα τώρα ήδη απ' τις 8 θα ξεκινήσω να μετράω, να ανυπομονώ. Στις 9 και μισή η καρδιά μου θα αρχίσει να χτυπάει μαινόμενη, μέχρι που δεν θα...

χωρίο 3 / η κατά Νεφέλη Sylvia Plath

Εικόνα
“ We only begin to live when we conceive life as tragedy. ” Φίτζροι 23, Λονδίνο. Στο διαμέρισμα που κάποτε έζησε και ο ίδιος ο W.B. Yeats με τη φράση του σφηνωμένη στο μυαλό μου από πάντα. Κάποτε θα πουν ότι τούτος ο Φλεβάρης - ο Φλεβάρης του 1963 - υπήρξε ο ψυχρότερος των τελευταίων 150 χρόνων. 10 Φλεβάρη και κάποτε «σαν αύριο», θα πούνε, αυτοκτόνησε η Plath.» Θα ειπωθούν πολλά · χιλιάδες λέξεις δίπλα-δίπλα θα συνταιριαστούν και θα συνεργαστούν στην επίμονη προσπάθεια τους να αποδώσουν στην πράξη μου μια αληθοφανή εξήγηση. Θα κατηγορηθώ, θα χλευαστώ, θα ηρωοποιηθώ · θα γίνω πολλά και συνάμα τίποτα. Θα τα έχω γράψει όλα και θα προσποιούνται ότι δεν βλέπουν μήτε μια λέξη μου. Καταρχάς ο Ted κι έπειτα όλοι οι άλλοι, οι αθώα ένοχοι με τις βδελυρές ματιές που θα ρίξουν στη ζωή μου μετά τον θάνατό μου – τον δρομολογημένο χρόνια, αλλά ακόμα αναπάντεχο κι απρόσμενο θάνατό μου. Εγώ, η γυναίκα, η σύζυγος, η μητέρα, η κατάθλιμμένη, η ποιήτρια. Εγώ, η Σύλβια, γεννημένη στη Βοστόνη...

χωρίο 2 / Το κάστρο

Εικόνα
Κάθε βράδυ σου τραγουδώ έξω απ' τα τείχη κι εσύ έχεις πεθάνει αιώνες τώρα ή αγέννητος παραμένεις. Τα λόγια μου δεν τα καταλαβαίνεις. Αφού δεν τ' ακούς, δεν ακούγονται. Μια σημαία χάσκει αντί εσού στο όνομα της λευτεριάς που δε ζήσαμε μαζί. Ο ουρανός γλιστρά σαν νύχτα κάθε βράδυ μέσα στις πολεμίστρες, πετάει ένα λευκό μαντήλι σαν σύννεφο και ανεμίζει λίγο, σημάδι έναρξης μιας μονομαχίας που ποτέ δε θα γίνει. Δεν υπάρχει αντίπαλος και δεν υπάρχεις εσύ. Μα σε τραγουδώ μέσα στους αντιερωτικούς παιάνες και ύμνους εθνικούς. Έξω απ' τα τείχη κοιμάται η πόλη κι εγώ. Μέσα στα τείχη κανείς. Μέσα στα τραγούδια εμείς. Οι κόσμοι που ποτέ δε θα σμίξουν. Ποτέ δε θα προδοθούν. Ποτέ δε θα παραδοθούν. Ποτέ δε θα είναι ελεύθεροι. ©Σταμάτης Παρασκευάς