Αναρτήσεις

Προβολή αναρτήσεων από Οκτώβριος, 2018

χωρίο 19 / Ύμνος στη Λευτεριά

Εικόνα
Σ' όρισα ανεξάρτητη μεταβλητή κι εμένα εξαρτημένη κι έθεσα ως υπόθεση τον έρωτα, τις μνήμες και τ' απωθημένα -που μου 'ναι πιο δυνατή λέξη από τις επιθυμίες ή τις νοσταλγίες. Αντί του δικαιώματος στην ελεύθερη βούληση κι ενώ πρωτύτερα θα το έθετα ως ελεύθερη νοσταλγία, το λέω πλέον ελεύθερη απώθηση. Σε γνώρισα από την κόψη του φιλιού τη τρομερή κι από την όψη σου που με βια μετράει τη γη. Απ' τα κόκκαλα βγαλμένη των ανθρώπων -δεν έχει πιο βαθειά- και σαν πρώτα αντρειωμένη χαίρε κι αντίο, ξενιτιά . Όρισα ανεξάρτητη μεταβλητή τις ουτοπίες μας, τα μέρη που θέλαμε να ταξιδέψαμε κι εμάς ως εξαρτημένες κι έθεσα ως υπόθεση τον θάνατο, τα πένθη και τους κύκλους -που μου 'ναι πιο δυνατό σχήμα από τα τρίγωνα ή τα μάτια.

χωρίο 18 / ο Μικρός Πρίγκηπας

Εικόνα
Υπάρχει μια περίπτωση να ξανασυναντηθούμε. Μικρή, μεγάλη… δεν ξέρω. Σίγουρα πάντως κυκλική. Πιστεύω στον κύκλο. Στην ελικοειδή ροή της ζωής. Γι’ αυτό κι όταν αποχαιρετιστήκαμε τότε στο αεροδρόμιο, δεν ένιωσα πως είπαμε το τελευταίο αντίο. Για τον ίδιο λόγο, λοιπόν, θα σε περιμένω στο πλακόστρωτο έξω από το βιβλιοπωλείο. Στο χέρι θα κρατάω τον «Μικρό Πρίγκιπα». Θα φαίνομαι διαφορετική μα και ίδια. Σαν να πέρασαν μήνες βαρείς από την τελευταία φορά, και συγχρόνως, σαν να μην πέρασε στιγμή από την ιστορία μας. Αν εμφανιστείς, θα μοιραστούμε έναν καφέ σε κάποιο γραφικό ζεστό μαγαζί. Στην αρχή θα προσποιούμαι πως διόλου δεν με νοιάζει που ήρθες. Μα καθώς η ώρα θα κυλά και θα σταματά ο χρόνος, η ανάμνηση των όσων ζήσαμε κι ο πόθος μου για το κοινό μας μέλλον θα γεμίζουν τα μάτια μου με ήλιους - αδύνατο να μην κοιτάζω τα τριαντάφυλλα στα χείλη σου, το γλυκό σου πρόσωπο. Εσύ θα μου μιλάς με τη ζεστή φωνή σου κι εγώ θα σε φαντάζομαι σε γαλάζιο ουρανό κάτω απ’ τον ναό του Δία. Αν πάλι δεν εμφ

χωρίο 17 / Πάρις κι Ελένη

Εικόνα
©Rothko Το καλοκαίρι δουλέψαμε μαζί σ΄ ένα μαγαζί πάνω στη θάλασσα. Εσύ ερχόσουν στις επτά. Με το πουκάμισο σφιχτά κουμπωμένο ως επάνω και βήμα βιαστικό. Εγώ από τις τέσσερις άρχιζα να ανυπομονώ. Περίμενα να δω τα μάτια σου που στο φως γεμίζουν πορτοκαλί ανταύγειες. Να σε κοιτάξω κρυφά την ώρα που ήσουν απασχολημένος. Να νιώσω το βλέμμα σου να με ακολουθεί πύρινα στον χώρο. Ή τα επιτηδευμένα τυχαία αγγίγματά μας.  Περνούσαν τα ηλιοβασιλέματα κι εμείς χορεύαμε μυστικά σ΄ ένα επικίνδυνο παιχνίδι. Σ΄ένα παιχνίδι δίχως κατάληξη, μα τι σημασία έχουν τα λογικά επιχειρήματα όταν τα βλέμματά μας διασταυρώνονταν και γεννούσαν ίμερο; Όλα εκείνα τα βράδια που παρατηρούσα τα χέρια σου καθώς δούλευες, τόσο σταθερά και δυνατά και αποφασισμένα και συγχρόνως απαλά που τα φανταζόμουν πάνω μου στην κοιλιά, στον λαιμό, στο στήθος, μέσα μου μαζί με τα πορτοκαλί σου μάτια που στο σκοτάδι ήταν πράσινα, με το βάρος του σώματός σου, με την ανάσα σου. Πόσο ακινητοποιημένη, πόσο ευάλωτη θα αισθανόμουν

χωρίο 16 / λήγουσα μακρά

Εικόνα
Πριν μου πεις σ' αγαπώ, θέλω να ξέρεις τις συνέπειες της αγάπης σου. Οι άνθρωποι χρησιμοποιούν πια τόσο συχνά το ρήμα «αγαπώ» που έχασε τη βαρύτητά του. «Αγαπώ τον καφέ, αγαπώ τις βόλτες στη θάλασσα, αγαπώ αυτήν την ταινία.» Φθάρθηκε τόσο πολύ που το «αγαπάω» έγινε «αγαπώ» λες και δεν έχει σημασία αυτή η μακρά λήγουσα. Το βάρος της λέξης. Που στην προφορά της αποκτά ουσία, υπάρχει και αυθίσταται. Ξέρεις, περιγράφει ένα συναίσθημα που έχει θέρμη σαν μεσημέρι καλοκαιριού, ελπίδα απ' τον νυχτερινό ουρανό κι ανάσα σαν πρωινή αύρα. Που φέρει ψύχραιμα το ψύχος του χειμώνα και το κάνει άνοιξη. Γι' αυτό να μην μου πεις ποτέ σ' αγαπώ αν είναι να ξεχάσεις τη μακρά λήγουσα. Προτιμώ να μην μου το πεις καθόλου. Ιωάννα Λικιαρδοπούλου

χωρίο 15 / Δέντρα

Εικόνα
Βαρειά στερε- ω- μέ- να στη γη τα δέν- τρα. Μα πιο πολύ οι άν- θρωποι, όταν κρατιούνται χέ- ρι χέρι. Λένε πως τα δέν- τρα δεν μετακινούνται. Μα τα 5 δάχτυλά μου και τα 5 δάχτυλά σου εί- ναι μια στοίβα ξυλαράκια που σπάνε πιο δύσκολα. Λέ- νε πως οι άν- θρωποι φεύγουν διαρκώς. Μα η στύση μου εί- ναι μια ρίζα σου: ό- πως φουσκώνει και σκάσει ένα πεζοδρόμιο από την ορ- μη- τι- κή ρί- ζα ε- νός δέν- τρου που θεριεύει στα σπλάχνα του. ©Σταμάτης Παρασκευάς

χωρίο 14 / Πανεπιστημίου

Εικόνα
Απόγευμα μιας καθημερινής στο κέντρο της Αθήνας. Η ίδια διαδρομή -από Πανεπιστήμιο Ομόνοια- που μέρες σαν κι αυτή την έχω σιχαθεί. Κάποια στιγμή σήκωσα τα μάτια μου από το κινητό και κοίταξα τον ουρανό. Είχε αυτό το ροζ με το λίγο λιλά χρώμα. Σταμάτησα απότομα το περπάτημα μου. Αυτός που περπατούσε πίσω από μένα ίσως και να με έβρισε λίγο, μα λίγο με ένοιαξε. Κοντοστάθηκα στα κιγκλιδώματα που διαχωρίζουν το πεζοδρόμιο από τον τον αυτοκινητόδρομο κοιτώντας το ροζ του ουρανού. Πόσο μ’ αρέσει αυτή η ώρα -σκέφτηκα. Και για μια στιγμή σε σκέφτηκα. Μας φαντάστηκα σε ένα παράλληλο σύμπαν να καθόμαστε σε ένα σημείο με θέα όλη την Αθήνα, αγκαλιά και με μια μπύρα στο χέρι να μιλάμε για φόβους και όνειρα. Ή και να μην μιλάμε καθόλου. Μα να μας πλαισιώνει αυτό το ροζ του ουρανού που τόσο πολύ αγαπώ.  Έψαξα στο κινητό μου να βρω το τραγούδι μας, μα δεν το είχα αποθηκεύσει. Γαμώτο -σκέφτηκα. Και τότε